Χώρος που επισκεύαζαν τα πλοία τους οι καλόγεροι στο Άγιο Όρος, πολλοί το λένε και Ταρσανάς.
Ένας χώρος που για δεκαετίες δημιούργησε τον δικό του θρύλο στολίζοντας τις θάλασσες της Χαλκιδικής και της Πελοποννήσου ακόμα με μοναδικά ξύλινα ψαροκάικα.
Θυμάμαι τον Μπάρμπα Μήτσο τον Καμπούρη που ήταν ο "αρχιμάγειρας" τρομερός Καραβομαραγκός ηγετική φυσιογνωμία είχε σαν σεφ τον Γιώργο τον ένα υιό του και πρώτο μάγειρα τον Γιάννη "ακούραστο εργαλείο” σαν τους στρατηλάτες που έπαιρνε την σημαία στην μάχη και ακολουθούσαν οι στρατιώτες από πίσω με ορμή.
Μεγάλη Μπριγκάτα και ποιοί δεν πέρασαν από το Ναυπηγείο του Μπάρμπα Μήτσου “Ο Νικήτας ο Κανάτας, ο Πόλυς Κασσανδρινός”.
Τους θυμάμαι σαν χθες να μου κάνουν καψώνια και να μου μαθαίνουν τα πρώτα βρομόλογα ενώ καθάριζα πριονίδια «εννοείται για χαρτζιλίκι» ανυποψίαστος τελείως για το τι επρόκειτο να συμβεί.
Όλη μέρα μαζί με τον αδερφό μου τον Γιώργο, ο σημερινός Γιάννης Καμπούρης, τριγυρνούσαμε από τον καταρράκτη στην κορδέλα, από την κορδέλα στην πλάνη, από την πλάνη στον τόρνο. Ακόμα έχω την μυρωδιά από το φουσκωμένο ξύλο χαραγμένη κάπου μέσα στον εγκέφαλο μου όπως και τους ασταμάτητους ήχους από τα μηχανήματα που μέχρι τις 12:30 το μεσημέρι δούλευαν ασταμάτητα.
Παύση. Ώρα για το καθιερωμένο διάλλειμα για κολατσιό «Ευρώπη μιλάμε» ψωμί ελιές ντομάτα πραγματική, φέτα, πιπεράκια τουρσί, καμιά αντσούγια… στην ζούλα και ένα, όμως ένα «για να μην κοπεί και κάνα δάχτυλο» ποτηράκι τσίπουρο για απολύμανση από το πριονίδι που ανάπνεαν όλη μέρα.
Μεγάλοι χωρατατζήδες ούλνοι τους… ρεσιτάλ στο διάλειμμα και τι δεν άκουγες, από κουτσομπολιά μέχρι τα καλύτερα ανέκδοτα.
Συνήθως πικάντικα γιατί ήταν πολύ μάτσο το σκηνικό οπότε για γκόμενες μιλούσαν κυρίως. Αν και ανδροκρατούμενο σκηνικό η πιο εμβληματική μορφή ήταν η θεία Μαρία.
Ειδικότητα τα υποβρύχια (αυτά με το παγωμένο νερό και την βανίλια) και τον ελληνικό καφέ. Ετοίμαζε τον μεσημεριανό μεζέ για τον Αρχιμάγειρα και τα 2 παιδιά της και σήκωνε του εργάτες όταν ξεχνιόταν λιγάκι. Μισοχαψιά η θεία Μαρία αλλά σαν έπαιρνε ανάποδες κρυψ…
Θυμάμαι τα γλέντια μετά λουκούλλειου γεύματος και άφθονου τσίπουρου και μετά κρασιού κάθε φορά που μια καθέλκυση από κάποιο σκαρί. Μουσική, χορός εκεί στην είσοδο του ναυπηγείου δίπλα στην Γέρικη ιτιά που κρεμόμουν και έκανα τον Ταρζάν όσο τους έβλεπα. Εκεί στην είσοδο του Ναυπηγείου του σημερινού Αρσανά να τρώνε, να πίνουν και να γλεντάν μέχρι αργά το βράδυ χωρίς να ενοχλούν αλλά χωρίς να ενοχλούνται κιόλας από κανέναν.
Βλέπετε ο Τουρισμός δεν είχε κάνει την εμφάνισή του ακόμα οπότε το θορυβώδες ναυπηγείο μπορούσε να βρυχάται μέχρι το 1992 περίπου όταν και έπεσε ο κεντρικός διακόπτης για πάντα… Τουρισμός… Game Over... Αλλαγή ρότας και Εστιατόριο Αρσανάς εγένετο το 1996.
Κάπως έτσι λοιπόν μου ανατέθηκε να συνεχίσω την Θρυλική ιστορία του Μπάρμπα Μήτσου και των γιών του αλλά λίγο πιο νόστιμα…
Ελάτε λοιπόν μετά τον πρόλογο στο κυρίως θέμα και πάμε να αρμενίσουμε σε γεύσεις εμπνευσμένες από ταξίδια και έρωτες …
Να ακούσουμε ωραίες μουσικές που θα μας φέρουν αναμνήσεις και δάκρυα, να δούμε ωραία ηλιοβασιλέματα, να χαλαρώσουμε και να αφήσουμε τον εαυτό μας να ψυχαγωγηθεί, γιατί πάνω απ’ όλα, το εστιατόριο είναι ψυχαγωγία.
Κλείνω με μία ατάκα του Μεγαλύτερου των Μεγαλύτερων, του Δασκάλου μου του Τάσου του Κεραμέα που εάν δεν ήταν αυτός εγώ δεν θα ήμουν ο Αρσανάς.
«Πιο δύσκολο είναι να τρως παρά να μαγειρεύεις»
Μιχάλης Δεληθανάσης